Πέμπτη 17 Μαΐου 2012

"ΟΙ ΒΑΘΙΑ ΣΚΕΠΤΟΜΕΝΟΙ ΔΕΝ ΟΜΑΔΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ"


                 "ΟΙ  ΒΑΘΙΑ  ΣΚΕΠΤΟΜΕΝΟΙ  ΔΕΝ  ΟΜΑΔΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ"  Ηράκλειτος.

                    Και  κατά  τον  Σωκράτη,  ΚΑΚΙΑ  ΣΗΜΑΙΝΕΙ  ΑΓΝΟΙΑ.

Δεν  ξέρουν  τι  κάνουν"  είπε  ο  Χριστός  για  τους  σταυρωτές  του.  Και  πιο  πριν  ο  Σωκράτης  είχε  πει  πως η  κακία  μπορεί  να  οφείλεται  μόνο  σε  άγνοια  και  επομένως  πρέπει  να  θεωρείται  ακούσια.  Δεν  εξαρτάται  από  την  θέλησή  μας,  έλεγε,  να  είμαστε  καλοί  ή  κακοί,  γιατί  αν  ρωτούσες  οποιονδήποτε  αν  ήθελε  να  είναι  δίκαιος  ή  άδικος,  κανένας  δεν  θα  προτιμούσε  την  αδικία.  Αν  κάποιοι  είναι  κακοί,  δεν  είναι  κακοί  με  την  θέληση  τους.  Κατά  συνέπια  ούτε  καλοί  με  την  θέληση  τους.  Το  κακό  είναι  αποτέλεσμα  άγνοιας  και  το  καλό  αποτέλεσμα  γνώσης.

Προφανώς εδώ   μιλάμε  για  μια  συγκεκριμένη  γνώση,  η  οποία  θεμελιώνει  την  ζωή  στην  δικαιοσύνη,  την  καλοσύνη,  το  θάρρος,    τα  οποία  όλοι  λέμε  ότι  θέλουμε.   Μιλάμε  για  τον  πυρήνα  της  γνώσης              την  ευφυΐα.  Χρειάζεται  να  δούμε  πως  γεννιέται  και  τους  παράγοντες  που  την  τροφοδοτούν  και  την ενεργοποιούν  ή  την  αναστέλλουν.  Γιατί  το  καλό,  το  δίκαιο,   το  θαρραλέο,  είναι  γνώση  μιας  αναπτυγμένης  ευφυΐας  η  οποία  υποστηρίχθηκε  στην  γέννηση  της.  Μιας  ευφυΐας   που  συμπεριλαμβάνει    σε  άρρηκτη  ενότητα   τον  εαυτό,  τους  άλλους  και  το    σύμπαν.   Και  το  κακό  είναι  αποτέλεσμα  της  έλλειψης  αυτής της  γνώσης    λόγω  μιας  ευφυΐας  που  δεν  υποστηρίχθηκε  στην  γέννηση  της  να  αναπτυχθεί    και  περιορίστηκε   στον  εαυτό.   Η  περιορισμένη  στον  εαυτό  ευφυΐα  είναι  η   πονηριά.  

Πότε  γεννιέται    αυτή  η  ευφυΐα  και  πως  αναπτύσσεται;

Ο  Φρόυντ  αναγνωρίζει  ότι  γεννιόμαστε  εντελώς  ανήμποροι  να  υποστηρίξουμε  την  ζωή  μας  και  απολύτως  εξαρτώμενοι  από  την  επαρκή  παρουσία  αγάπης  και  προσφοράς  της  μάνα  μας  για  να  ησυχάσουμε  τους  φόβους  μας  και  να  επιβεβαιώσουμε  την  αξία  της  ύπαρξης  μας  σαν  ξεχωριστή  οντότητα  και  να  νοιώσουμε ικανοποίηση  και  χαρά.

Αυτά  τα  θετικά  συναισθήματα  τροφοδοτούν   και   ενεργοποιούν  την  ανάπτυξη  της  νόηση  μας.  Σε  αντίθετη  περίπτωση  ο  φόβος  της  εγκατάλειψης    παγώνει  την  λειτουργία  του  μωρουδιακού  μυαλουδάκι  μας  γιατί  δεν  αντέχει να  τον  επεξεργαστεί.    Έτσι  μπλοκάρεται  λιγότερο  ή  περισσότερο  η  ανάπτυξη  της  νόησης  "εν  τη  γενέσει  της".  Αυτό  είναι  ότι  χειρότερο  μπορεί  να  μας  συμβεί.  Δεν  έχει  σημασία  πόσα  πλούτη έχουν  να  διαθέσουν  για  μας  οι  γονείς  μας  αλλά  πόση  αγάπη  και  αφοσίωση  μας  διαθέτουν  για  να  μην παγώσει  ο  φόβος   την  ανάπτυξη  της  ευφυΐας μας   και  δεν  ξέρουμε  επί  της  ουσίας  πιο  είναι  το  καλό  και  το  κακό! Αυτό  πρέπει  να  το  προσέξουν  ιδιαίτερα  όσοι  έχουν  παιδιά. Όπως  έλεγε  η  Μαλβίνα,  "Οι  άνθρωποι  δεν  χωρίζονται  σε  πλούσιους  ή  φτωχούς,  όμορφους  ή  άσκημους,  αλλά  σε  ανθρώπους  που  αγαπήθηκαν  ή  δεν  αγαπήθηκαν".  Ένα  καλό  παράδειγμα  γενναίας    συμπεριφοράς  προς τα  παιδιά  για  να  τα  προφυλάξουμε  από  τον  φόβο,  είναι  το  έργο  του  Μπενίνη    ζωή  είναι  ωραία".

Έχουμε  όμως  και  μια  δεύτερη  ευκαιρία  κατά  την  διάρκεια  της  ζωής  μας  να  βάλουμε  σε  λειτουργία  την  λίγο  ή  πολύ  "παγωμένη"  (από  τον  τότε  φόβο  της  εγκατάλειψης)  ανάπτυξη  της  νόησης  μας από  την  οποία  πηγάζει  η  γνώση να  επιλέξουμε  αυτό  που  όλοι  ομολογούμε  πως  θέλουμε:  Το  θάρρος,  τη  δικαιοσύνη  και  την  καλοσύνη.  Η  ευκαιρία  είναι  να  αντιγράψουμε  συμπεριφορές  άλλων,   οι  οποίες  είναι φωτεινά    παραδείγματα  δικαιοσύνης  αγάπης,  γενναιότητας  και  προσφοράς.  Να  τα  ακολουθήσουμε,  για να  γιατρέψουμε   τον  φόβο  και  να  ζεστάνει,  να  ξαναζωντανέψει  η "παγωμένη"  νοημοσύνη  μας. Αυτά  τα  παραδείγματα  όμως  είναι  σπάνια.  Και  άπειρα  τα  παραδείγματα  εγωισμού,  τα  οποία  μας  κρατούν  αιχμάλωτους στην  αρχική  κακή  μας  τύχη.  Αυτή,  που  μας  έδεσε μέσα  σε  αισθήματα  ανωτερότητας  και  κατωτερότητας  να καθορίζουν  την  συμπεριφορά  μας  και  αθροιζόμενα  στους  ανθρώπους,  να  καθορίζουν  και  τον  κόσμο,  την  ζωή. 

 Έ, δεν  είμαστε  όλοι  αρκετά  τυχεροί   και  σε  αυτήν  την  δεύτερη  ευκαιρία  και  αυτό δεν  μπορεί  παρά  να  είναι  μια  αδικία  της  ζωής.

Παραμένοντας  μέσα  στα  εγωιστικά  παραδείγματα  του  περιβάλλοντος,   η  ευφυΐα  μας  παραμένει    περιορισμένη  στο ντροπιασμένο  και  θυμωμένο  μας  εγώ  που  χτυπήθηκε  από  τον  φόβο.  Με   ρόλους  εξουσιαστή – εξουσιαζόμενου  χτίζουμε  την  ζωή  μας  πάνω στην  ανάγκη  μας  να  αποδείξουμε   την  ανωτερότητα  μας  με    αλαζονεία  και   θράσος.  Απουσιάζει η  αγάπη  που  είναι  το  βασικότερο  στοιχείο  της  ευφυΐας, καθότι  και  βασικός αρχικός  τροφοδότης  της.   Όσο  πιο  λίγη  αγάπη  έχουμε  δεχθεί  στην  κούνια  μας, τόσο  λιγότερη  διαθέτουμε  για  τους  άλλους στην  συνέχεια.  Πρέπει  να  έχεις  πάρει  για  να  έχεις  να  δώσεις.  Μεταθέτουμε  την  ευθύνη μας ο  ένας  στον  άλλο,  μέσα  από  αδύναμες  και  πονηρές  διαδρομές  μιας  συρρικνωμένης  ευφυΐας,  η  οποία  μας  περιορίζει  την  γνώση  του  καλού  και  του  κακού.  Οι   πλειοψηφίες,  που δημιουργούνται  κάτω  από  την  πίεση  ανέκφραστων  συναισθημάτων  ανωτερότητας – κατωτερότητας  και  για  την  εκτόνωση  τους,  είναι  μόνο  ένα  καλό  πρόσχημα  για  να  δικαιολογούμε  την  προδοσία  της  αλήθειας της  ζωής. Γιατί  η  αλήθεια  της  ζωής  βρίσκεται  διαφορετική  σε  κάθε  πρόσωπο  και  για την  συνύπαρξη  με την  κάθε  άλλη  προσωπική  αλήθεια,  χρειάζεται  να  έχουμε  το  θάρρος  να  επιτρέψουμε  την   έκφραση  της  κάθε  πτυχής  της, και  να  κάνουμε   σοβαρή  προσπάθεια για  την  κατανόηση  της  χωρίς  ακρωτηριασμούς  για  να  χωρέσει  σε  προκατασκευασμένο  καλούπι.    Αυτό  είναι  πολύ  δύσκολο  γιατί  απουσιάζει  ο  κοινός  νους.  Η  κοινή  γνώση  που  πηγάζει  από  την  αναπτυγμένη  ευφυΐα.   

Γι αυτό  κατά  τον  Ηράκλειτο  "οι  βαθιά  σκεπτόμενοι  δεν  ομαδοποιούνται". 

Οι  βαθιά  σκεπτόμενοι,  είναι  άνθρωποι  που  η  ανεπτυγμένη  τους  ευφυΐα,  δεν  τους  επιτρέπει  να  απορροφηθούν  από  καταστάσεις που  δημιουργούνται  για  να  κουκουλώσουν    ανασφάλειες  σε  βάρος της  βαθύτερης  και  ουσιαστικότερης  αλήθειας  των  προσώπων.   Επιμένουν να   προσηλώνονται    σε  μια  βαθιά   επικοινωνία  πρόσωπο  με  πρόσωπο,  σε  διαλόγους  όπως  του  Σωκράτη  και  μιλούν  με  παραβολές   όπως  ο  Χριστός,  που  και  αυτές  αναφέρονται  πάλι  σε  παραδείγματα πρόσωπο  με  πρόσωπο.  Δεν κρύβονται  πίσω  από  πλειοψηφίες  για  να  αποποιηθούν  την  προσωπική  τους  ευθύνη.  Όπως  μας  λέει  και  ο  σύγχρονός  μας  Στέφεν  Κόβεϋ,  Δεν  προσπερνάμε  το  πρόσωπο  για  να  φτάσουμε  στη  συλλογικότητα.  Πρώτα  προσωπική  Νίκη  και  μετά  δημόσια.  Και  όπως  είπε  ο  Καντ,  οι  φιλόσοφοι,  οι  σκεπτόμενοι  δηλαδή,  δεν  κάνουν  για  την  πολιτική  γιατί  δεν  μπορούν  να  ανήκουν  σε  ομάδες.  Η  πολιτική   τους  διαφθείρει. 

Έχω  ένα  σχετικό, τωρινό  παράδειγμα:

  Σε  ένα  μικρό  νησάκι   συντελείται  τουριστική  ανάπτυξη  η  οποία  δεν  συμπεριλαμβάνει  τους  ντόπιους     στην  βάση  της  γης  που  διαθέτουν  γι αυτήν  την  ανάπτυξη. Δεν  ρωτήθηκαν  αν   θέλουν αυτήν  την  ανάπτυξη,  και  πως  τη  θέλουν.  Και  στις  δύο  περιπτώσεις,  σε  σχέση  με  την  θέση  που  τους  βάζει  το  ένα  ή  το  άλλο.  Οι  έποικοι  κεφαλαιούχοι  διαγράφουν  αυτό  το  δικαίωμά  των ντόπιων  και  τους  εκτοπίζουν  πονηρά  με  ένα  μικρό  καρότο  και  μαστίγιο.    Την  κατάσταση  υπέρ  του  κεφαλαίου,  την καθορίζουν εναλλασσόμενα    αισθήματα  ανωτερότητας  και  κατωτερότητας  των  δύο  πλευρών,  κεφαλαίου  και  ντόπιων. Και  μέσα  σε  αυτό  το  σκηνικό  αλλοτρίωσης  της   ουσιαστικής    αλήθειας  των  προσώπων  υπάρχει η  οικογένεια του  Βαγγέλη, η οποία  διαθέτει  σημαντική  γη  εκεί  την  οποία θέλουν   οι  λεφτάδες.  Αυτός  δεν  διακατέχεται    από  σημαντικού  βαθμού  τέτοια  αισθήματα,  και  έτσι  δεν  μπορεί  να  λειτουργήσει  με  τακτικές καρότου  και  μαστίγιου  στις  οποίες  αναμετριούνται   οι  μειονεξίες  και  οι  υπεροψίες  του  καθένα  για  να  πάρει  σε  αυτή  την  βάση την  θέση  του.  Ο  Βαγγέλης  έβαλε  στην  υπόθεση,  την  δυναμική  της  δικής  του  εσωτερικής  κατάστασης,  η οποία  ορίζει   την επικοινωνία   πρόσωπο  με  πρόσωπο.  Σε  αυτήν  την  επικοινωνία  θα έπρεπε  να  γίνει  μια  σοβαρή  προσπάθεια να  μιλήσει ο  καθένας  πρόσωπο  με  πρόσωπο  με  τον  άλλο,  χωρίς  να  φέρνει  στην  κουβέντα  τρίτους  για  να  ενισχύσει  την  θέση  του.  Εφόσον  τηρούνταν  αυτή  η  προϋπόθεση,  κάθε  συναίσθημα  ή  σκέψη,  θετικό  ή  αρνητικό,  θα  αναγνωριζόταν  εκ  των  προτέρων σαν  απολύτως  σεβαστό. 

Την  κατάσταση  που  αντιμετώπισε  ο  Βαγγέλης  με  τους  ντόπιους, την  περιγράφει  ο  Πλάτωνας  στην  Πολιτεία  του  στο  κεφάλαιο  16:   Μας  λέει  για  κάποιους  ανθρώπους  που  ζούσαν δεμένοι  σε  μια  σπηλιά  με  την  πλάτη  τους  στο  σημείο  όπου  ερχόταν  το  εξωτερικό  φως.    Κοιτώντας  πάντα  προς  τα  μέσα,  έβλεπαν  μόνο  τις  σκιές  τους  παραμορφωμένες  τις  οποίες  τις  νόμιζαν σαν   την  μόνη  πραγματικότητα. Κάποιος που  τόλμησε   να  λύσει  τα  δεσμά  του  και  να  βγει  έξω  στο  φως  και  στην  πραγματική  ζωή,  επέστρεψε  στην  σπηλιά  να  τους  μιλήσει  και  να  τους  πείσει  να  τον  ακολουθήσουν  έξω.   Όμως  αυτοί  ήταν  έξαλλοι  μαζί  του,   γιατί  τόλμησε  να  έχει  ερευνητική  διάθεση  να  μάθει  τι  υπάρχει    έξω  από  αυτήν  την  κατάσταση. Τους  έφερε  αναστάτωση  βάζοντας  θέμα  για  το  ποιος  άντεχε  και  ποιος  δεν  άντεχε  να  τολμήσει  την  ελευθερία  του.  Αυτό  θα  έσπαζε  την  μεταξύ  τους  συνοχή  η  οποία  στηριζόταν  στον  φόβο.    Ζήλευαν  μοχθηρά  για  το  θάρρος  του,  αυτόν  που  πήρε  το  ρίσκο   να  σπάσει  τα  δεσμά  του  να  ελευθερωθεί  από  τον  φόβο  του  και  τώρα  τους  ντρόπιαζε    για  τον  φόβο  τους  να  τον  ακολουθήσουν   με  ένα  όποιο  ρίσκο, έξω  από  την  κατάσταση  των  σκιών  που  ζούσαν.

Τέτοια  άρνηση,  ίδια  με  των  ανθρώπων  της  σπηλιάς  συνάντησε  από  την  πλευρά  των  ντόπιων ο  Βαγγέλης.  Οι  ντόπιοι  δεν  ρισκάριζαν  να  χάσουν  την  όποια  βολή  τους  έδινε    η  συνοχή  τους  μέσα  από  το  ψέμα  που  ζούσαν.  Δεν  ρισκάριζαν  να  σπάσουν  τα  δεσμά  τους  και  να  ακολουθήσουν  ψυχικές  διαδρομές, σε  περιοχές  της  εσωτερικής   ζωής  οι  οποίες  θα  άλλαζαν  το  σκηνικό  μέσα  τους  και  μετά  έξω  τους.   Έγιναν  έξαλλοι  με αυτή  την  οικογένεια των  συμπατριωτών  τους  που  ήθελε  να  τους  βγάλει  από  την  βολή της  σπηλιάς  τους. Ο  Βαγγέλης  σιώπησε    και  περίμενε ώσπου  ο  θυμός  τους  να  δώσει  την  θέση  του  στην   αλήθεια  της  ψυχής   που  τους  έλεγε  πως  η  θέση  τους  ήταν  μαζί  με  την  οικογένεια  του  Βαγγέλη, γιατί  όταν  παίρνει  φωτιά  το  σπίτι  του  διπλανού  σου  περίμενε  να  πάρει  και  το  δικό  σου.  Κατάλαβαν  αυτό  που  τους  έλεγε  πως  αν  εξακολουθούσαν  να  κάνουν  πως  δεν  καταλαβαίνουν  πως  παραδίδουν  την  γη  τους  στους  έποικους  και  σε  λίγο  θα  ήταν  δούλοι  στην  δική  τους  γη.   Όμως   δεν  είχαν  την  δύναμη  να  το  υπερασπιστούν,  να  μπουν  στον  μπελά  συντονισμένης  αντίδρασης,  να  πληρώσουν  το  τίμημα  που  συνεπάγεται.  Τους ερχόταν  πιο  εύκολο  να  υπερασπιστούν  τον  κρυμμένο  φόβο  τους  και  να  κάνουν  πως  δεν  καταλαβαίνουν  την  κατάσταση  που  τους  περιέγραφε  ο  Βαγγέλης.  Για   να  καθησυχάσουν  την  συνείδηση  τους  αρπαζόταν  από  την  λάσπη  που  φρόντιζαν  οι  έποικοι  να ρίχνουν  στο  πρόσωπο  του  Βαγγέλη,  παρουσιάζοντας  την  κατάσταση  σε  άλλο  πλαίσιο.   Βέβαια  για  όποιον  ήθελε  να  δει,  η  αλήθεια  ήταν  ολοφάνερη.  Οι  ντόπιοι  όμως που  δεν  άντεχαν  την  αλήθεια,  χρειαζόταν  το  πρόσχημα  και  το  είχαν  σε  όποιο  βαθμό  μπορούσε  ο  καθένας  να  το  δεχτεί.  Μαζί  είχαν  και  μικρά  ή  λίγο  μεγαλύτερα    ανταλλάγματα  επιβράβευσης  όποιων  τους  υποστήριζε.  Ας  πούμε  η  αστυνομία  παράβλεπε  για  χάρη των  λεφτάδων  να  προσθέσει  ο  ντόπιος  παράνομα    στο  σπίτι  του  ένα  δωμάτιο  όπου  δεν  υπήρχε  αντίθετο  συμφέρον  των  λεφτάδων.  Και  πολλές  άλλες  εξυπηρετήσεις. Τα  τριάκοντα  αργύρια της  προδοσίας  της  ελευθερίας  της  δικής  τους  και  των  άλλων,  σε  μια  άλλη  μορφή

  Η  οικογένεια  του  Βαγγέλη  έκανε  και  αρκετές  συναντήσεις  με  τους  λεφτάδες.  Αυτοί,  ξέροντας ότι  οι  ντόπιοι  προτιμούσαν    την  βολή     και  την  σιγουριά τους στην  παραμονή της  σπηλιάς  τους,  είχαν  εξασφαλίσει  την  ανοχή  τους    και επέμεναν  να  προβάλουν  την  πλειοψηφία  των  αριθμών  που  δεν  θα  υποστήριζε  τον  Βαγγέλη,  με  την οποία είχαν  την  άδεια  δημοκρατικά  να   υποχρεώσουν   την  οικογένεια να  επιλέξει:  Ή  να  αναχωρήσει  από  την  γη  των  προγόνων  τους  με  κάποιο     συμβολικό     καροτάκι  ή  να  υποστεί  το  μαστίγιο. Πρόκειται  για μια  διάθεση  αρπαγής  την  οποία την  "νομιμοποιεί"  μια  πλειοψηφία  που  στηρίζεται  σε  μια  "παγωμένη"  ευφυΐα,  παγιδευμένη   στον  φόβο και την  ζήλια,  την  οποία  ο  Βαγγέλης  αρνείται  να  συνυπογράψει  σαν  κανονική  για  τον  ίδιο.   

Επιπλέον  αυτό  το  καθεστώς  συνωμοσίας  του  φόβου  βρίσκεται  έξω   και  από  το  επίσημο  νομικό  πλαίσιο  του κεντρικού  κράτους  το  οποίο  ορίζει  τα  πλαίσια   της  κοινωνίας.    Η  οικογένεια  διαθέτοντας  πολύ  κόπο  και  χρήμα κατάφερε να  έχει  όλες  τις  αποδείξεις  καταστρατήγησης  του  νόμου από  τέτοιες  ένοχες  πλειοψηφίες,  που  δημιουργούνται από  κρυμμένα  και  επίμονα  αισθήματα  μειονεξίας  και  υπεροψίας  που  συνθέτουν  τον  κοινωνικό  ιστό.   Όμως  δεν  θα  ζητούσαν    νομική  διευθέτηση, γιατί  οι  νόμοι  δεν  λειτουργούν  απρόσωπα  και  η  διαμεσολάβηση  των  δικαστών  θα  παραβίαζε  το  πλαίσιο  της  Αρχής  της  επικοινωνίας πρόσωπο  με  πρόσωπο,  που  είχε  βάλει  ο  Βαγγέλης, η  οποία είναι  η  μόνη  που εμπεριέχει  πραγματικό  σεβασμό  σε  κάθε  κατεύθυνση.  Κανείς,   δεν μπορεί  να  έχει  την  ειλικρινή  συγκατάθεση  του  αντιφρονούντος,  με  εξωτερικές  επεμβάσεις  τρίτων  που  παρακάμπτουν  την εσωτερική  αλήθεια  κάθε  προσώπου.  Και  ο  νόμος  εδώ,   παρεμβάλλεται  στην  αλήθεια  των  προσώπων,  στην  ουσία  ασκεί βία.  Οι  δικαστές εδώ θα ήταν  εξωτερική  παρέμβαση  τρίτων,  οι  οποίοι  μέσω  του  νόμου,  θα  έπρεπε  να παρακάμψουν  την  εσωτερική  αλήθεια  όλων των  προσώπων  και  την  δική  τους  προσωπική  αλήθεια.  Γιατί  μια  που  κανείς  δεν μπορεί  να  είναι  καλός ή  κακός  με  την  θέληση  του, δεν  μπορούμε  να  επικαλεστούμε  την  θέληση των  δικαστών  για  δικαιοσύνη  όσο  και  να  το  θέλουν αυτοί,  αν  προσωπικά χρειάζεται  να  πληρώσουν  κάποιο  τίμημα  που  δεν  το  μπορούν.  Οι  δικαστές  δεν  είναι ένα  άλλο  είδος  ανθρώπων  απαλλαγμένο  ολωσδιόλου    από ανάγκες  που  δημιουργούν  αισθήματα  μειονεξίας  και  πλεονεξίας,  κατωτερότητας  και  ανωτερότητας. Μα  ακόμη  και  αν  υπήρχαν  τέτοιοι,  αυτό  που  θα  τιμωρούσαν  θα  ήταν    μειονεξίες,   ακούσιες  κακίες  που  προκύπτουν  από  έλλειψη  γνώσης,  όπως  πολύ  σωστά  μας  λέει  ο  Σωκράτης.  Ο  νομοθέτης  και  ο  δικαστής  ξέρει,  όπως  ξέρουμε  όλοι  μας – συνειδητά  ή  ασυνείδητα,    ότι    οι  νόμοι  είναι  απαραίτητοι,  αλλά   καταστρατηγούνται  κάτω  από  την  δύναμη     των  αισθημάτων  κατωτερότητας  και  ανωτερότητας που  μας  κυβερνούν σαν  απόρροια   της    έλλειψη  γνώσης.

Τιμωρώντας  την  έλλειψη  γνώσης  την  αποκαθιστούμε;

Θα  λέγαμε όχι, χωρίς  την  βοήθεια  ενός  σταθερού,  δυνατού  και  φωτεινού  παραδείγματος   εκούσιας  καλοσύνης.

Οι  λεφτάδες  έποικοι  επέμεναν  στην  αρπαγή  της  γης  του  Βαγγέλη  με  το  μαστίγιο.  Θα  τους  βοηθούσε  ένας  γείτονα  του, ο Μιχάλης, με  τον  οποίο  πιο  πριν  είχαν  κοινούς  αντιστασιακούς  αγώνες  με  τον   Βαγγέλη,  ενάντια  στα  συμφέροντα  των κατακτητών  εποίκων,  αλλά  χωρίς  κομματικά  στηρίγματα.   Στην  συνέχεια  ο  Μιχάλης  λύγισε  και  πέρασε  στο  αντίπαλο  στρατόπεδο.  Αυτός  ήξερε  τα  αδύνατα  σημεία  της  οικογένειας. Ήξερε  πως  υπήρχε  ένας  δευτερότοκος  αδερφός του  Βαγγέλη,  ο  Σπύρος,  ο  οποίος  είχε  εγκλωβίσει  την  ζωή  του  στον θυμό  του   με  τον  πρωτότοκο  αδερφό  του,  τον  Βαγγέλη,  γιατί  όπως  γίνεται  συνήθως στα πρωτότοκα παιδιά, ο  Βαγγέλης  μπορεί να είχε  πάρει  περισσότερη  αφοσίωση  από  τους  γονείς.  Ο  Σπύρος  εξαγοράστηκε  εύκολα  με  ένα  ψεύτικο  χαμόγελο  συγκατάβασης  και  φιλίας  και  υποδαυλίστηκε  ο  θυμός   του  για  τον  αδερφό του τόσο  που  να  μην  αντέχεται  η    κατάσταση  που  δημιουργούσε  στον  αδερφό  του τον Βαγγέλη.   Ο  στόχος ήταν  με  την  αφόρητη  πίεση να μην αντέξει   ο  Βαγγέλης  και  να  δεχθεί   ένα  κάποιο  καροτάκι  που  του  έδιναν,  να  τους  δώσει  την  γη  του  και  να  φύγει.   

Αυτό  όντος  ήταν  πολύ  οδυνηρό  για  την  οικογένεια  του  Βαγγέλη  αλλά  αντιμετωπίστηκε  σε σημαντικό  βαθμό. Ενημέρωσε   τους  δικαστές  με  αποδείξεις,  χωρίς  υπερβολικές  αξιώσεις   από  αυτούς που  θα  τους  έφερναν  αντιμέτωπους  με  την  εξέλιξη  της  καριέρας  τους  την  οποία  όριζαν  οι  λεφτάδες  μέσω  των  πολιτικών  τους  στηριγμάτων.   Με  τον  ίδιο  σεβασμό  στις  όποιες  αδυναμίες  τους, τις  εκούσιες  κακίες  τους,  ενημερώθηκαν  και  οι  ντόπιοι   με  μια  τακτική  εφημερίδα από  τον  Βαγγέλη.

Στο  μεταξύ,  τον  γείτονα  της  οικογένειας -τον  Μιχάλη,  οι  λεφτάδες  τον   είχαν προωθήσει   σε  ένα δεξιό  κόμμα,  στην  τοπική  πολιτική  σκηνή  για  να  τους  στηρίζει  στα  άνομα  συμφέροντα  τους  "δημοκρατικά".  Του  έφτιαξαν  ένα  πολιτικό  προφίλ  λαϊκής  βάσης,  αξιοποιώντας  την  προηγούμενη  αντιστασιακή  του  στάση   που  είχαν  από  κοινού  με  τον  Βαγγέλη. Αυτή  την  ίδια  αντιστασιακή  στάση  του  Μιχάλη,  όσο  ήταν  γνήσια υπέρ  των  καταπιεσμένων,   οι  ντόπιοι,   δεν είχαν  το  θάρρος  να  την  υποστηρίξουν.  Τώρα  όμως  που ο  Μιχάλης  είχε  την  στήριξη  του  κόμματος, τον  ψήφιζαν  σαν  …..ήρωα και  αποσιωπούσαν από  τον  εαυτό  τους  αυτό  που    ήξεραν,  ότι  δηλαδή τώρα  υπάκουε  σε  άλλα  συμφέροντα.   Όταν  έγινε  από  τον  Βαγγέλη  η  αναφορά  στους  δικαστές  και  αυτοί  ενημέρωσαν  τους  λεφτάδες, βλέποντας  πως  ο   ρόλος  του  Μιχάλη  αποκαλύφτηκε  και  εξέθετε λεφτάδες  και  κόμμα, δεν  τον  στήριξαν  όπως  περίμενε  να  κινηθεί  εναντίον  της  οικογένειας  για  να  βγει  ασπροπρόσωπος.   Δεν  τον  άφησαν  όμως  και  άστεγο  πολιτικά.  Τον  Μεταστέγασαν  σε  κόμμα  της  αριστεράς  για  να  υπερασπίζεται και  από  εκεί  τα  συμφέροντα  τους.  Η  οικογένεια  του  Βαγγέλη  απευθύνθηκε  στον  πρόεδρο αυτού  του  κόμματος, γιατί  ήταν  μια  ευκαιρία  να  δει  στην  πράξη  την  ηθική  των  κομμάτων λαϊκής  βάσης.  Η  απάντηση  ήταν  σαφέστερη.  Είπαν  πως  θεωρητικά,  με  τις  αρχές  του  κόμματος,  θα  έπρεπε  να  στηριχθεί  ο  Βαγγέλης  από  το  κόμμα.  Να  τον  πάρουν  στον δημοτικό  συνδυασμό  του  κόμματος.  Όμως  πρακτικά  θα  στήριζαν  τον  Μιχάλη  γιατί  είχε  έτοιμο  πολιτικό προφίλ  από  το  άλλο  κόμμα  και  θα  είχαν  έτοιμους  ψήφους.  Τους  ενδιέφερε  η  δύναμη  των  αριθμών    ασχέτως  ηθικής.  Βέβαια  αν  στήριζε  τον  Βαγγέλη  στην  θέση  του,  θα  συνδύαζε  και  τα  δυο.   Όμως  δεν  ήταν  μόνο θέμα  αριθμών  και    ηθικής  τάξης.   Το  αριστερό  κόμμα  έπρεπε  να  εξυπηρετήσει  "συναδελφικά"   τα δεξιά  κόμματα  που   ήθελαν  να  μην  μείνει  ακάλυπτος και αστέγαστος πολιτικά  ο  άνθρωπος  τους.  Δεν  είχαν  λόγους  να  μην  το  κάνουν,  αφού  αυτό  δεν  θα  επηρέαζε  αρνητικά  την    αριθμητική  τους  δύναμη.  Από  την  άλλη,  προσφέροντας   πολιτική  στέγη  στον  άνθρωπο  των  λεφτάδων,   κάποια  χάρη  θα τους   χρωστούσαν.  Να  μην  ξεχνάμε  πως  και τα  αριστερά  στελέχη  έχουν  ανάγκες  επιβίωσης    και  τις  καλές    δουλειές για  δικηγόρους,  μηχανικούς  κτλ,  τις  έχουν  οι  λεφτάδες.

Οι  έποικοι  λεφτάδες  έχουν  βάλει  την  υπόθεση  σε  αναμέτρηση  των αντοχών  της  οικογένειας  του  Βαγγέλη,  στην  πίεση  των  αριθμών  και  των  άδικων  καταστάσεων  που  δημιουργούσε  γι  αυτούς  η  κακία  των  ανθρώπων.  Η  οικογένεια  του  Βαγγέλη  πιστεύει  πως  δεν  μπορεί  να  αποκαταστήσει  την  έλλειψη  της  συγκεκριμένης  γνώσης  στην  οποία  οφείλεται  αυτή  η  κακία  ακόμη  και  αν  κατάφερνε  να  την  τιμωρήσει.  Όμως  η  ευφυΐα  του  Βαγγέλη  δεν  ήταν  εγκλωβισμένη σε  προσωπικά  αισθήματα  ανωτερότητας  και  κατωτερότητας  που  χρειαζόταν  αποκατάσταση  με  την  τιμωρία.  Συμπεριλάμβανε  και   την  αλήθεια  όλων  των εμπλεκομένων,  η  οποία  έπρεπε  να  αποκατασταθεί. Ένοιωθε  ότι   η  κακία  χρειάζεται  τον  σεβασμό  του  με  τον  ίδιο  τρόπο  που    και  ο   Χριστός  την  σεβάστηκε  πάνω  στο  σταυρό  καθώς αυτή  εκφράστηκε  πλειοψηφικά  από  τον  όχλο.  Και  έγινε  το  φωτεινότερο  και  δυνατότερο   παράδειγμα.  Και  με  τον  ίδιο  τρόπο  που  προηγούμενα  την  είχε  σεβαστεί  και  ο  Σωκράτης,  όταν  ήπιε  το  κώνειο  και  δεν  εξαγόρασε  τους  φρουρούς  για  να  δραπετεύσει.

Και  οι  δύο  είχαν  καταδικαστεί για να  αποκαταστηθούν  τα  αισθήματα  μειονεξίας  και  υπεροψίας, με  τα  οποία  συνθέτουν  για  να  δημιουργηθούν  οι  πλειοψηφίες,  οι  στρατοί. Ούτε  ο  Χριστός,  ούτε  ο  Σωκράτης χρειαζόταν για τον εαυτό τους να δημιουργήσουν πλειοψηφίες  και  στρατό,  γιατί δεν  υπήρχε  κανείς  να  πολεμήσουν  ξέροντας  πως  κανείς  δεν  είναι  κακός  με  την  θέλησή  του. "Δεν  ξέρουν  τι  κάνουν".  Είπε  ο  Χριστός.  Και  ο  Ηράκλειτος:  "Οι  βαθιά  σκεπτόμενοι  δεν  ομαδοποιούνται".  Είναι  αυτοί  που  δεν  βρίσκονται  εγκλωβισμένοι  στην  κάλυψη    των  φόβο  τους,  αλλά  η  ευφυΐα  τους  συμπεριλαμβάνει   εξίσου  και τους  άλλους.  Μπορούν  να  δουν  πως  οι  άλλοι  δεν  είναι  κακοί  με  την  θέληση  τους  και   τους  σέβονται.   Η  οικογένεια  του  Βαγγέλη   πληρώνει  το  τίμημα  του  σεβασμού  που  οφείλουν  στους  διώκτες  τους  εξαιτίας  αυτής  της  γνώσης  τους.  Μα  δεν  μπορούν  να  κάνουν  αλλιώς. Ξέρουν  ότι  μπορεί  να  τους  σκοτώσουν  ύπουλα    εξαγοράζοντας  συνειδήσεις για  να  πάρουν  την  γη τους ή  να  τους την  κλέψουν  με  τον  ίδιο  τρόπο.  Μπορούν  να  γίνουν  κλέφτες  και  φονιάδες,  αλλά  οφείλει  να  τους  σεβαστεί  γιατί  "δεν  ξέρουν  τι  κάνουν".

Εξάλλου κατά  τον  Πλάτωνα,  η  ζωή  πρέπει  να  είναι  προετοιμασία  θανάτου.  

Μαρία  Ζωγράφου Oυζούνογλου

Αν σας άρεσε η δημοσίευση μου, πατήστε το κουμπάκι «Μου αρέσει».
Για στήριξη της μεγάλης μου προσπάθειας, μπορείτε να γίνετε ΜΕΛΗ φίλοι του Μπλόκ.
Ευχαριστώ όλους τους φίλους που έγιναν ήδη μέλη!
Όσοι πιστεύετε ότι τα παραπάνω μπορούν να είναι χρήσιμα και για τους φίλους σας, μπορείτε να κοινοποιήσετε τη δημοσίευση. Είναι καλό!
Σας ευχαριστώ  από καρδιάς που με τιμήσατε!!!